Κυριακή 27 Μαρτίου 2016








Η ΣΧΕΣΗ ΤΟΥ ΓΕΓΟΝΟΤΟΣ ΜΕ ΤΙΣ ΔΟΜΕΣ

ΣΤΟΝ REINHART KOSELLECK



Από την εισήγηση του Reinhart Koselleck (1923-2006), «Η νέα κοινωνική ιστορία και οι ιστορικοί χρόνοι», στο Συμπόσιο του Τορίνο το 1982, που είχε ως θέμα τη θεωρία της ιστοριογραφίας στα τελευταία είκοσι χρόνια[1], μεταφράζω το μέρος εκείνο στο οποίο ο γερμανός ιστορικός εξετάζει τη σχέση γεγονότος και δομής. Για τον Κοσέλλεκ η σχέση αυτή είναι αρκετά χαλαρή. Ωστόσο, αν είναι όντως κάθε φορά χαλαρή και σε ποιο βαθμό, αποτελεί χωρίς αμφιβολία καθήκον της έρευνας, για να το προσδιορίσει. Τη θέση του αναπτύσσει ως εξής:

«Ας μου επιτραπεί αρχικά να κάνω μια παρενθετική παρατήρηση. Ανήκει στην κατηγορία των εσφαλμένων απλουστεύσεων η ταξινόμηση του ιστορικού χρόνου σύμφωνα με την εναλλαγή της ‘‘γραμμικότητας’’ ή της ‘‘κυκλικότητας’’. Αυτή η προσέγγιση επικράτησε για πολύ χρόνο στις ιστοριογραφικές αντιλήψεις, ώσπου ο Braudel προώθησε την ενδιαφέρουσα πρόταση να αναλύονται οι ιστορικοί χρόνοι στα διαφορετικά στρώματά τους. Το ζεύγος γεγονότος και δομής προσαρμόστηκε για να ριχτεί φως σ’ αυτή την πολλαπλότητα στρωμάτων.

»Αλλά και οι έννοιες ‘‘πρόοδος’’ και ‘‘μοντέρνα εποχή’’ περιέχουν απλουστεύσεις που ήταν ακόμη αντιληπτές τον 18ο αιώνα, επειδή η ανακάλυψη μιας μοντέρνας (νεωτερικής) εποχής συγκέντρωνε για πρώτη φορά τις νέες εμπειρίες σε μια μόνη έννοια. Για την επιστήμη μας όμως αυτή η κατηγορία μιας εποχής πάντοτε μοντέρνας, στην οποία διατεινόμαστε ότι ζούμε, δεν γίνεται πια αποδεκτή. Η πρόοδος, η οποία μπορεί να γίνει αντιληπτή μόνο ως μια γραμμική χρονική διάσταση, δεν έχει να προσφέρει τίποτε σχετικό με την πλατιά κρηπίδα την αποτελούμενη από όλες τις δομές που διαρκούν στον χρόνο και, από χρονική άποψη, στηρίζονται στην επανάληψη. Στην ιστορική πραγματικότητα γεγονότα και δομές συμπλέκονται, φυσικά, μεταξύ τους. Ο ιστορικός, ωστόσο, για λόγους μεθοδολογικούς οφείλει να τα ξεχωρίζει· οφείλει να ξεκινά από την προϋπόθεση ότι δεν μπορεί να τα διαπραγματεύεται συγχρόνως. Κάτι ανάλογο γίνεται, όταν χρησιμοποιούμε έναν φωτογραφικό φακό που δεν μας επιτρέπει να βλέπουμε την ίδια στιγμή, κοντά και μακριά.

»Ποια είναι επομένως η χρονική δομή ενός γεγονότος; Ο σύγχρονος στα γεγονότα, αυτός που μετέχει σ’ αυτά, μπορεί πράγματι να τα αντιληφθεί ως αλληλεξαρτώμενα, ως αισθητές ενότητες. Σ’ αυτή τη δυνατότητα περιορίζεται η μεθοδολογική προτεραιότητα του αυτόπτη μάρτυρα, του οποίου οι διηγήσεις μέχρι τον 18ο αιώνα θεωρήθηκαν ως οι πρωταρχικές πηγές ιδιαίτερης εμπιστοσύνης. Σ’ αυτή τη δυνατότητα στηρίζεται και η υψηλή τεκμηριωτική αξία των ιστοριών που μας παραδόθηκαν, ιστοριών οι οποίες διηγούνται αναρίθμητα γεγονότα.

»Το διάστημα μέσα στο οποίο ένα άθροισμα δεδομένων συγκροτείται σε γεγονός είναι αρχικά η φυσική χρονολογία. Ένα ελάχιστο από το πριν και το μετά συνιστά την αισθητή ενότητα των επιμέρους δεδομένων που σχηματίζει ένα γεγονός. Τα επί μέρους δεδομένα πλοκής ενός γεγονότος, το πριν και το μετά, μπορούν να επεκταθούν, αλλά η συνοχή τους σε κάθε περίπτωση συνδέεται με τη χρονική διαδοχή (αλληλουχία). Aς σκεφθούμε μόνο τις ιστορίες της έκρηξης των πολέμων του 1914 και του 1939. Αυτό που πραγματικά έγινε, το εντοπίζουμε στην αλληλεξάρτηση των πράξεων και των παραλείψεων, το φανερώνει η επόμενη ώρα, η επόμενη μέρα κ.ο.κ.

»Ακόμη και η μεταφορά παρελθουσών πράξεων και εμπειριών στην ιστορική γνώση συνδέεται με τη χρονολογικά μετρήσιμη ακολουθία. Το πριν και το μετά συνιστούν τον αισθητό ορίζοντα μιας αφήγησης, της οποίας το πιο σφιχτό σχήμα εκφράζει το veni, vidi, vici του Καίσαρα. Κάθε γεγονός συσφίγγεται στη μέγγενη της χρονικής διαδοχής. Μπορούμε να ερμηνεύσουμε με τον τρόπο αυτό ακόμη και την ρήση του Schiller, σύμφωνα με την οποία η παγκόσμια ιστορία είναι το δικαστήριο του κόσμου. ‘‘Αυτό που έγινε, τον χτύπο μιας στιγμής, αναφέρει ο Schiller, καμιά αιωνιότητα δεν τον επιστρέφει πια’’.

»Εξάλλου, όπως ξέρουμε, οι σειρές των γεγονότων δεν είναι εντελώς αυθαίρετες. Και τα γεγονότα δομούνται διαχρονικά. Το πριν και το μετά, ή το πολύ γρήγορα και το πολύ αργά, συνιστούν εξαναγκασμούς της εκτύλιξης, οι οποίοι μπορούν να οριστούν ως διαχρονικές δομές. Μόνο σ’ αυτή τη φάση είναι δυνατόν να αντιμετωπίζονται οι αλληλουχίες (σειρές) επαναστάσεων, πολέμων ή ιστοριών που εξετάζουν πολιτικούς θεσμούς σ’ ένα ορισμένο επίπεδο αφαίρεσης ή τυπολογίας.

»Πέρα από αυτές τις διαχρονικές δομές γεγονότων υπάρχουν δομές μακράς περιόδου, των οποίων το χρονικό χαρακτηριστικό είναι η επανάληψη. Ενώ για τα γεγονότα το πριν και το μετά είναι χωρίς άλλο συστατικά, η ακρίβεια των χρονολογικών προσδιορισμών είναι σαφώς μικρότερης σημασίας για να περιγραφούν καταστάσεις, γεγονότα ή η μακρά διάρκεια. Όλα τα γεγονότα στηρίζονται σε δομικά στοιχεία, τα οποία, όπως είναι επόμενο, παρεμβαίνουν σε ατομικά γεγονότα, αλλά τα επηρεάζουν μ’ έναν διαφορετικό τρόπο από την παραπάνω χρονολογική αίσθηση. Με αυτή την έννοια μπορούν να μνημονευθούν μερικές δομές, όπως οι θεσμικές μορφές και οι μορφές εξουσίας, οι οποίες στηρίζονται στην επανάληψη δοκιμασμένων πια κανόνων. ή όπως οι παραγωγικές δυνάμεις και οι σχέσεις παραγωγής, που αλλάζουν μόνο στη μακρά περίοδο και μερικές φορές με απότομα τραντάγματα. Ωστόσο, η επίδρασή τους οφείλεται στην επανάληψη ορισμένων συμπεριφορών και στις εύλογα επίμονες γενικές συνθήκες της αγοράς. Ή μπορούν να μνημονευθούν ακόμη τα γεωγραφικά και χωρικά στοιχεία που σταθεροποιούν στη μακρά περίοδο την καθημερινή ζωή ή και ευνοούν καταστάσεις πολιτικής σύγκρουσης, οι οποίες μοιάζουν και επαναλαμβάνονται στην πορεία της ιστορίας. Εξάλλου, αξίζουν να μνημονευθούν μορφές συμπεριφοράς, περισσότερο ή λιγότερο συνειδητές, που μπορούν να επηρεάζονται από θεσμούς ή να διαμορφώνουν οι ίδιες τους θεσμούς τους, των οποίων το χαρακτηριστικό στοιχείο συνίσταται στην υπερπροσωπική σχετική διάρκειά τους. Σ’ αυτούς ανήκουν, φυσικά, οι συνήθειες και τα δικαιικά συστήματα, των οποίων η δύναμη συνήθως επιδρά στα ατομικά γεγονότα και διαρκεί πέρα από αυτά. Πράγμα που, παρ’ όλες τις δραματικές ερωτικές ιστορίες ή όλες τις ερωτικές τραγωδίες, είναι δείκτης μιας υπερπροσωπικής συνέχειας και μιας μεταβολής μακράς περιόδου. Ο κατάλογος θα μπορούσε φυσικά να τραβήξει σε μάκρος, αλλά αρκούν αυτοί οι υπαινιγμοί. Το χρονικό χαρακτηριστικό τέτοιων δομών βρίσκεται στην εμφάνιση του όμοιου, αν και αυτό το τελευταίο αλλάζει έπειτα στη μακρά ή στη μέση περίοδο.

» Γεγονότα και δομές έχουν επομένως, στην πορεία της ιστορικής κίνησης, διαφορετικές χρονικής εκτάσεις, τις οποίες η ιστορική επι­στήμη οφείλει να ερευνά χωριστά. Κανονικά η έκθεση δομών πλησιάζει περισσότερο στην περιγραφή, ενώ των γεγονότων στην αφήγηση. Θα θεσμοθετούσαμε, ωστόσο, εσφαλμένες προτιμήσεις, αν θέλαμε να προσηλώσουμε την ιστορία, στον έναν ή στον άλλο τρόπο έκθεσης.

»Τα δύο επίπεδα, και των γεγονότων και των δομών ανακαλούνται αμοιβαία.

»Η δική μου θέση, τώρα, είναι ότι τα γεγονότα δεν μπορούν ποτέ να εξηγούνται σε ικανοποιητικό βαθμό με τις δομές που αποτελούν προϋπόθεσή τους, όπως επίσης οι δομές δεν μπορούν να φωτίζονται μόνο μέσα από τα γεγονότα. Ανάμεσα στα δύο επίπεδα υπάρχει μια γνωσιολογική απορία, με συνέπεια να μην είναι ποτέ δυνατό να αναχθεί το ένα στο άλλο. Το πριν και το μετά ενός γεγονότος διατηρεί τη δική του χρονική ποιότητα, η οποία δεν επιτρέπει ποτέ να αναχθεί ολότελα στις δικές του συνθήκες μακράς περιόδου. Κάθε γεγονός έχει ένα αποτέλεσμα μαζί μεγαλύτερο και μικρότερο από ό,τι περιέχεται στις προϋποθέσεις του: Από αυτό προκύπτει και η πάντοτε εκπλήσσουσα καινοτομία του.

»Ας μου επιτραπεί να δώσω ένα παράδειγμα. Οι δομικές προϋποθέσεις της μάχης του Leuthen[2] δεν μπορούν ποτέ να εξηγήσουν, με ικανοποιητικά, γιατί ο Μέγας Φρειδερίκος νίκησε αυτή τη μάχη με τον τρόπο που την νίκησε. Βέβαια, αυτό το γεγονός έχει τις ρίζες του σε δομές ήδη δεδομένες από πριν: την οργάνωση του πρωσικού στρατού, το σύστημα στρατολόγησής του, τη σύνδεσή του με την κοινωνική και αγροτική δομή της Γερμανίας πέρα από τον Έλβα, το φορολογικό σύστημα και το πολεμικό ταμείο που στηριζόταν σ’ αυτή τη δομή. Όλα αυτά κατέστησαν δυνατή τη νίκη του Leuthen, αλλά η 5η Δεκεμβρίου 1757 παραμένει κάτι το μοναδικό μέσα στη σταθερή, χρονολογικά, διαδοχή της.

»Θα μπορούσε να δοθεί και ένα άλλο παράδειγμα. Μια δίκη εργατικού δικαίου μπορεί να είναι μια δραματική ιστορία για το ενδιαφερόμενο πρόσωπο, αν εξετασθεί ως γεγονός. Ταυτόχρονα, όμως, η δίκη μπορεί ακόμη να είναι ένας δείκτης κοινωνικών, δικαιικών και οικονομικών στοιχείων μακράς περιόδου. Ανάλογα με το από πού θα δούμε τα πράγματα, η θέση της ιστορίας μεταφράζεται σε διαφορετικότητα του τρόπου με τον οποίο αναπαράγεται. Η ιστορία μπορεί να διαβαστεί διαφορετικά στο χρονικό επίπεδο. Είτε διαπραγματεύεται το πριν και το μετά από το γεγονός, τη δίκη και την έκβασή της μαζί με τις άλλες συνέπειές της, είτε αποσυντίθεται στα στοιχεία της και αποκτά έναν ενδεικτικό χαρακτήρα εκείνων των κοινωνικών συνθηκών που καθιστούν ‘‘δομικά’’ κατανοητή την πορεία του γεγονότος. Οπότε η περιγραφή αυτών των δομών μπορεί να είναι περισσότερο δραματική από την αφήγηση της δίκης εργατικού δικαίου, στον βαθμό που έχει έναν τέτοιο δραματικό χαρακτήρα.

»Η ιστορία μπορεί να μελετηθεί, επομένως, μόνο αν διακρίνονται διαφορετικές χρονικές διαστάσεις. Για να επαναλάβω τη θέση μου, τα γεγονότα και ο δομές διατέμνονται μεταξύ τους, αλλά δεν μπορούν να αναχθούν τα μεν στις δε. Ας μου επιτραπεί να εξαγάγω δύο συμπεράσματα για την πρακτική των κοινωνικών επιστημών. Εφόσον γίνεται διάκριση των διαφορετικών χρονικών επιπέδων, σ’ αυτά υπάρχει σύμπτωση ως προς τις συνθήκες και τα όρια δυνατής πρόγνωσης. Τα ιδιαίτερα γεγονότα δύσκολα μπορούν να προβλεφθούν, γιατί, στον βαθμό που είναι τέτοια, είναι μοναδικά. οι συνθήκες του πιθανού μέλλοντος μπορούν αντίθετα να προβλεφθούν στο μέτρο που στο εσωτερικό των δεδομένων δομών επαναλαμβάνονται ορισμένες πιθανότητες. Μπορούν ακόμη να μετρηθούν οι συνθήκες πιθανών γεγονότων, για τις οποίες υπάρχουν πολυάριθμες μαρτυρίες στην ιστορία της προγνωστικής.

»Δεύτερον, ας μου επιτραπεί ένα σχόλιο για την ιδιαιτερότητα της μοντέρνας κοινωνικής ιστορίας. Το χαρακτηριστικό της ολοφάνερα είναι, ξεκινώντας από τη γαλλική επανάσταση και από τη βιομηχανική επανάσταση, ότι οι ίδιες οι δομές αλλάζουν πολύ πιο γρήγορα απ’ ό,τι άλλαζαν στο παρελθόν. Η κοινωνική μεταβολή έχει πάρει, για να το πούμε έτσι, τον χαρακτήρα ενός γεγονότος· αυτό είναι ένα γνώρισμα της μοντέρνας εποχής μας. Αλλά αυτή η πρόταση δεν ισχύει για όλες τις δομές: η επισήμανση των διαφορετικών χρονικών διαστάσεών τους παραμένει χωρίς αμφιβολία καθήκον της έρευνας».





       [1] Reinhart Kosellek, «La storia sociale moderna e i tempi storici», στο
   
Pietro Rossi (επιμ.) La teoria della storiografia oggi, Milano, 2/1988, σ. 141-158
    (στις σ. 150-154 το μέρος της εισήγησής του που εδώ μεταφράζω).
        [2] Χωριό της Κάτω Σιλεσίας, στο οποίο ο Φρειδερίκος Β΄ της Πρωσίας το 1757
     νίκησε τον διπλάσιο αυστριακό στρατό (Σ.Μ.).

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου